A.inclined to lament, querulous, Arist.EN1171b10.
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
γ
-
γαιή-ϊος
γαιή-οχος
-
γα^λακτο-πώλης
γα^λακτό-ρυ^τος
-
γα^λην-ίζω
γα^λήν-ιος
-
γα^μέω
γα^μήγυ^ρις
-
γανυτελεῖν:
γα^ν-ώδης
-
γαστρίαν:
γαστρίδιον
-
γέα
γεγάκειν
-
γειτον-εία
γειτον-εύω
-
γέλουτρον:
γελοωμι^λία
-
γενει-άσκω
γενει-αστήρ
-
γενν-ημα^τικός
γενν-ησιουργός
-
γερα^νο-πόδιον
γέρα^νος
-
γερουσι-άρχης
γερούσι-ας
-
γεω-δαιτέομαι
γεώδης
-
γηθα^λέος
γῆθεν
-
γηροτρόφ-ιον
γηρότροφ-ος
-
γιγγρ-ασμός
γιγγρί
-
γλαυκόμματος
γλαυκός
-
γλίνη
γλῖνος
-
γλυ^κ-ισμός
γλύκκα
-
Γλυ^κώνειος
γλύμμα
-
γλωττ-ικός
γλωττ-ίς
-
γνωμ-ικός
γνωμο-δοτέω
-
γογγρώδης
γογγρώνη
-
γομφ-άριον
γομφι-άζω
-
γονο-ρρυ^ής
γόνον:
-
γουβενάριον
γουβικός
-
γραμμα?́τ-ιον
γραμμα^τ-ισμός:
-
γράσων
γρασωνία
-
γρι_φο-πλόκος
γρῖφ-ος
-
γρυ_π-νόν:
γρυ_π-όομαι
-
γυλλός
γυμν-άδδομαι
-
γυμν-ωτέος
γυ^ναικ-άδελφος
-
γυ^ναικο-φίλης
γυ^ναικο-φόνος
-
γύρ-ωσις
γυρ-ωτέον
-
γώψ:
entry:
γλύμμα
γλυμός
γλύξις
γλυπτ-ήρ
γλύπτ-ης
γλυπτ-ικός
γλυπτός
γλύφ-α^νος
γλυφ-εῖον
γλυφ-εύς
γλυφ-ευτής
γλυφ-ή
γλυφ-ικός
γλυφ-ίς
γλύφω
γλώνη:
γλώξ
γλωρεῖν:
γλῶσσα
γλωσσ-αλγέω
γλωσσ-αργέω
γλωσσ-αλγία
γλώσσ-αλγος
γλωσσ-άομαι
γλωσσ-άριον
γλώσσ-ασπις
γλώσσ-ημα
γλωσσ-ηματικός
γλωσσ-ίδιον
γλωσσ-ίδος
γλωσσο-γάστωρ
γλωσσο-γράφος
γλωσσο-ειδής
γλωσσο-κάτοχον
γλωσσο-κηλόκομπος
γλωσσο-κομεῖον
γλωσσό-κομος
γλωσσο-ποιΐα
γλωσσο-πωγώνιον
γλωσσός
γλωσσο-στροφεῖν:
γλωσσο-τέχνης
γλωσσό-τμητος
γλωσσο-τομέω
γλωσσο-χα^ρι^τέω
γλωσσώδης
γλῶττα
γλωττήν
γλωττ-ίζω
γλωττ-ικός